Λαμψακηνοῦ

Λαμψακηνοῦ
Λαμψακηνός
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Μητρόδωρος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Λαμψακηνός φιλόσοφος (5oς αι. π.Χ.). Μαθητής του Αναξαγόρα, είναι γνωστός για την αλληγορική ερμηνεία της Ιλιάδας του Ομήρου. 2. Χίος φιλόσοφος και ιστορικός (4ος αι. π.Χ.). Μαθητής και οπαδός του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”